Ελλείψεις Προσωπικού στο Νοσοκομείο Κεφαλονιάς
Στην εκπομπή COSMOS MAGAZINE του COSMOS 96,5, ο πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων του Νοσοκομείου Κεφαλονιάς, κ. Kώστας Τσιμάρας, αποκάλυψε τις σοβαρές ελλείψεις που παρατηρούνται στο Νοσοκομείο, οι οποίες, σύμφωνα με τον ίδιο, διογκώνονται συνεχώς. Οι εργαζόμενοι αισθάνονται ότι γίνονται «θεατές στο ίδιο έργο», με την κατάσταση να παραμένει στατική και χωρίς ουσιαστική βελτίωση. Κάθε τμήμα του νοσοκομείου λειτουργεί με μόλις το 50% των οργανικών θέσεων καλυμμένων, γεγονός που, όπως τόνισε, «τα λέει όλα».
Ο κ. Τσιμάρας υπογράμμισε ότι οι ελλείψεις καλύπτονται συχνά με επικουρικούς ή συμβασιούχους εργαζομένους, έναντι των οποίων εξέφρασε την άποψη ότι είναι «μπαλώματα». Αξιοσημείωτο είναι ότι πολλοί από αυτούς τους εργαζόμενους έχουν ήδη αποχωρήσει είτε λόγω των περιοριστικών οικονομικών συνθηκών είτε επειδή διορίστηκαν σε εντελώς διαφορετικές περιοχές, κοντά στις πατρίδες τους, μέσω νέων προκηρύξεων του ΑΣΕΠ.
Αναφερόμενος στο πρόβλημα της κινητικότητας των εργαζομένων, ο κ. Τσιμάρας εξήγησε ότι οι νέοι διορισμοί συχνά φεύγουν για άλλες περιοχές για να επιτύχουν καλύτερες εργασιακές συνθήκες και ανώτερες απολαβές. Το αποτέλεσμα είναι ότι το νοσοκομείο παραμένει και πάλι χωρίς επαρκές προσωπικό, σε τομείς όπως η παθολογική κλινική, η οποία έχει μόνο έναν μόνιμο παθολόγο και έναν συμβασιούχο, με αυτόν να εργάζεται μόλις τέσσερις ημέρες το μήνα. Ο μοναδικός μόνιμος παθολόγος εργάζεται σε καταστάσεις πίεσης και υπερκόπωσης, κάτι που είναι απαράδεκτο για ένα νοσοκομείο με τόσο μεγάλο αριθμό ασθενών.
Ο πρόεδρος του σωματείου τόνισε ότι η ευθύνη για τη μη επαρκή στελέχωση δεν βαραίνει τους γιατρούς που απέχουν, αλλά την πολιτεία, η οποία δεν προσφέρει τα κατάλληλα κίνητρα στους γιατρούς. Οι χαμηλοί μισθοί και οι περιορισμένες δυνατότητες ανέλιξης αναγκάζουν πολλούς να επιλέξουν την ιδιωτική υγειονομική περίθαλψη ή ακόμη και το εξωτερικό. Όπως επεσήμανε, αν η πολιτεία ήθελε πραγματικά να προσελκύσει το κατάλληλο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, θα έπρεπε να προχωρήσει σε γενναία αύξηση των μισθών, ιδίως δεδομένου του βαθμού αφοσίωσης των εργαζομένων.
Επιπλέον, ο κ. Τσιμάρας κατηγόρησε την πολιτεία για την υποτονικότητα των προσλήψεων, καθώς συνήθως ανακοινώνονται μόλις δύο ή τρεις θέσεις, κάτι που οδηγεί σε απογοήτευση στους υποψήφιους ενδιαφερόμενους. Ως εκ τούτου, πρότεινε να προκηρυχθούν όλες οι κενές οργανικές θέσεις προκειμένου να δημιουργηθούν πραγματικά κίνητρα για τη προσέλευση νέων εργαζομένων.
Σχετικά με τον αριθμό των κενών θέσεων, ο πρόεδρος ανέφερε ότι περίπου το 50% των οργανικών θέσεων παραμένει κενό, επισημαίνοντας ότι, αν και κάποιες έχουν καλυφθεί προσωρινά με επικουρικούς ή συμβασιούχους, αυτό δεν λύνει το πρόβλημα. Όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι, όπως προσδιόρισε, πρέπει να μονιμοποιηθούν, όπως είχε υποσχεθεί η πολιτεία κατά την περίοδο της πανδημίας.
Κατήγγειλε επίσης ότι εργαζόμενοι που είχαν στραφεί στο σύστημα υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας ακόμα παραμένουν υπό συνθήκες επαγγελματικής ομηρίας, με συμβάσεις που ανανεώνονται κάθε χρόνο, και χαρακτήρισε την αθέτηση των υποσχέσεων από το κράτος εξοργιστική. Αξιοσημείωτο είναι ότι απαιτούνται επειγόντως επίσημες προσκλήσεις για τον διορισμό επαγγελματιών, όπως δερματολόγοι και ψυχίατροι, οι οποίοι έχουν αποχωρήσει λόγω των αβέβαιων προοπτικών εργασίας.
Η κατάσταση στο Νοσοκομείο επηρεάζει επίσης τη λειτουργία σημαντικών τμημάτων, όπως η Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και η Μονάδα Τεχνητού Νεφρού, οι οποίες φαίνεται να υπολείπονται σε προσωπικό, παρά το γεγονός ότι οι υποδομές και ο εξοπλισμός είναι έτοιμοι. Αν και υπάρχει πρόθεση επέκτασης της αίθουσας αιμοκάθαρσης μέσω χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης, η επιτυχής λειτουργία της απαιτεί αύξηση του προσωπικού.
Καταληκτικά, ο κ. Τσιμάρας ανέφερε ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιστοιχούν 5,3 νοσοκομειακά κρεβάτια ανά 100.000 κατοίκους, όταν στην Ελλάδα ο αριθμός αυτός περιορίζεται μόλις σε 3,5. Αυτό το στατιστικό στοιχείο αναδεικνύει την κρίσιμη κατάσταση υποστελέχωσης που αντιμετωπίζουν τα νοσοκομεία στην Ελλάδα.